Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2017

Συμμετοχικός προϋπολογισμός ή κίνημα διεκδίκησης;

Της Λαϊκής Αντίστασης - Αριστερής Αντιιμπεριαλιστικής Συνεργασίας Βόρειας Αθήνας

Με αφορμή το πρόγραμμα Συμμετοχικού Προϋπολογισμού του Δήμου Χαλανδρίου
Ιούλης 2017

Πρόσφατα, ο Δήμος Χαλανδρίου προχώρησε στην εφαρμογή προγράμματος Συμμετοχικού Προϋπολογισμού (Σ.Π.), ξεκινώντας πιλοτικά από την περιοχή του Συνοικισμού. Με δυο λόγια, αυτό που προβλέπει το συγκεκριμένο πρόγραμμα είναι η διάθεση από την πλευρά του Δήμου ενός χρηματικού ποσού (στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για 150.000 ευρώ), το οποίο διατίθεται με τρόπο που αποφασίζουν οι κάτοικοι της συνοικίας, ύστερα από συνέλευση, κατάθεση και ψήφιση προτάσεων. Αποτελεί μια πρωτοβουλία που, σύμφωνα με τα λεγόμενα της διοίκησης, αποσκοπεί στην «αποφασιστική συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση των επιλογών του Δήμου».
Θεωρούμε ότι, με βάση αυτήν την πρωτοβουλία του Δήμου, ανοίγει μια πλούσια και ενδιαφέρουσα συζήτηση που αφορά ένα μεγάλο φάσμα των ζητημάτων με τα οποία έρχεται αντιμέτωπος ο λαός μας τα τελευταία χρόνια: τη βάρβαρη επίθεση του συστήματος, την κατάργηση μέχρι και στοιχειωδών δικαιωμάτων, την ανεργία, τη φτώχεια και την ανέχεια στην οποία μας αναγκάζουν οι ξένοι και ντόπιοι «ισχυροί». Αλλά, πολύ περισσότερο, το εάν και με ποιο τρόπο μπορεί ο λαός να απαντήσει, να αποκρούσει την επίθεση, να αντισταθεί και να διεκδικήσει.

Οι ιστορικές και πολιτικές βάσεις του Συμμετοχικού Προϋπολογισμού

Το πρώτο ολοκληρωμένο πρόγραμμα Σ.Π. εφαρμόστηκε στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας το 1989. Ήταν τότε που το Κόμμα Εργατών (του Λούλα ντα Σίλβα) έφτασε πολύ κοντά στο να γίνει κυβέρνηση και στο Πόρτο Αλέγκρε εκλεγόταν Δήμαρχος ο Ολίβιο Ντούτρα, επίσης από το Κόμμα Εργατών. Γενικά, ήταν τα χρόνια της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης του καπιταλισμού, εναλλακτικής αυτής της παραδοσιακής δεξιάς (και των φασιστικών δικτατοριών στη Λατινική Αμερική), η οποία στη χώρα μας εκφράστηκε τότε με τη διαχείριση ΠΑΣΟΚ. Αλλά ήταν κι εκείνα τα χρόνια που χαρακτηρίστηκαν από τις καταρρεύσεις των χωρών του ανύπαρκτου σοσιαλισμού και την ολοκλήρωση της καπιταλιστικής παλινόρθωσης στη Σοβιετική Ένωση, με ό,τι αυτό σήμανε για όσους αναφέρονταν στην αριστερά και το κομμουνιστικό κίνημα παντού στον κόσμο.

Όχι τυχαία, λοιπόν, ο Σ.Π. έχει χαρακτηριστεί από τους υποστηρικτές του ως «βήμα προς την επανεφεύρεση του σοσιαλισμού» ή ως «επαναστατική διαδικασία», διατυπώσεις και προσδοκίες με τις οποίες έχουμε κάθετη διαφοροποίηση! Αλλά σε αυτό θα επανέλθουμε.

Ο θεσμός εξαπλώθηκε αρχικά στις χώρες της Λατινικής Αμερικής για να φτάσουμε στο σήμερα όπου εφαρμόζεται μέχρι και σε Δήμους μεγάλων καπιταλιστικών μητροπόλεων.

Οι στόχοι που θέλει να υπηρετήσει, σύμφωνα με τους υποστηρικτές του, είναι η λεγόμενη συνδιοίκηση -φυσικά!- η «διαφάνεια», η καλύτερη αποτελεσματικότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης, η συμμετοχή περιθωριοποιημένων κοινωνικά ή οικονομικά μερίδων των κατοίκων και γενικότερα η καλλιέργεια μιας δημοκρατικότερης -κατ’ αυτούς- κουλτούρα στους πολίτες.

Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι, ύστερα από όλη την πορεία που έχει διανύσει ο Σ.Π. παγκόσμια, κατάφερε να αποτελέσει προγραμματικό στόχο όχι μόνο της ρεφορμιστικής αριστεράς αλλά και να υιοθετηθεί και από κλασσικές αστικές δυνάμεις (σοσιαλδημοκρατία, λεγόμενη «κεντροδεξιά»). Το κερασάκι στην τούρτα είναι η στήριξη που απολαμβάνει από μεγάλους διεθνείς σχηματισμούς, όπως είναι η Παγκόσμια Τράπεζα, ο ΟΗΕ, η Κομισιόν. Φαίνεται πως ο ιμπεριαλισμός δε διαλέγει τυχαία τα εργαλεία του...

Η έννοια της συμμετοχικότητας στην Ελλάδα

Αντίστοιχες προτάσεις υπάρχουν στα προγράμματα του ΣΥΡΙΖΑ και παλαιότερα του Συνασπισμού εδώ και πολλά χρόνια. Το 2006 έγινε σχετική τοποθέτηση του Γιάννη Δραγασάκη στη Βουλή, το 2010 ήταν κομμάτι εισήγησης του Συνασπισμού για τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς, ενώ τον Ιούνη του 2012 συμπεριλαμβανόταν στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για τον «εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος, τη δημόσια διοίκηση και την ασφάλεια».

Αλλά για να έρθουμε στα πιο σημερινά, ο νέος Καλλικράτης, πρόταση για τον οποίο κατατέθηκε τον περασμένο Μάρτη, περιγράφει τη συμμετοχικότητα ως βασική του έννοια. Ενώ αντίστοιχη πρωτοβουλία για πρόγραμμα Σ.Π. προτίθεται να αναλάβει και ο Δήμος Βύρωνα, αφού ήταν μέσα στους προγραμματικούς στόχους της σημερινής διοίκησης Κατωπόδη και συχνά επαναφέρεται στις τοποθετήσεις της. Στο Δήμο Κηφισιάς σε εξέλιξη βρίσκονται οι Συνοικιακές Συνελεύσεις για τον Συμμετοχικό Προϋπολογισμό, που έρχονται σαν προθάλαμος των Συνοικιακών Συμβούλιων προπαγανδίζοντας τη “σύγχρονη μορφή άμεσης δημοκρατίας”σε μια προσπάθεια εξωραϊσμού της ασφυκτικά ελεγχόμενης από την κυβέρνηση τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην ίδια κατεύθυνση και ο Δήμος Αθήνας με το σύνθημα “Σχεδιάζουμε μαζί για τη γειτονιά μας” προσπαθεί να ανοίξει διάλογο με τους κατοίκους για την κατάρτιση δήθεν του προϋπολογισμού.

Και βεβαίως, δεν ξεχνάμε τη «Συμμετοχική Δημοκρατία» που εισήγαγε στη δημόσια συζήτηση στη χώρα μας ο Γιώργος Παπανδρέου και, ουσιαστικά, αποτελεί την ιδεολογική ομπρέλα όλων των επιμέρους αντίστοιχων εννοιών.
Τα αποτελέσματα του Συμμετοχικού Προϋπολογισμού 

Αυτό που δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί και αποτελεί μάλιστα πεδίο αναζητήσεων για τους ίδιους τους υποστηρικτές του Σ.Π. είναι ότι πρέπει να μπαίνει στο λογαριασμό το ίδιο το σύστημα: Γιατί ο θεσμός του Σ.Π. φτάνει μέχρι εκεί που το σύστημα επιτρέπει. Μέχρι το σημείο που δε θίγονται οι κεντρικές πολιτικές και οικονομικές κατευθύνσεις, όσο η «συμμετοχή» περιορίζεται στην αστική έννοια του όρου και τη συνδιαχείριση και δεν παίρνει τη μορφή της αντίστασης και της διεκδίκησης. Όχι τυχαία, διανοούμενοι υπερασπιστές του Σ.Π. ομολογούν προβληματιζόμενοι ότι «δε μειώνει δραματικά τη φτώχεια από μόνος του» και ότι «θα έπρεπε να ακουμπήσει τους οργανισμούς που διεθνώς ορίζουν πολιτικές» για να κάνει σημαντικά και ουσιαστικά βήματα. Ομολογούν και οι ίδιοι δηλαδή, ότι ο ιμπεριαλισμός είναι εκείνος που κάνει το παιχνίδι σε βάρος των λαών και αυτό δεν ανατρέπεται, ούτε λειαίνεται με θεσμικά μέσα… Ούτε, βέβαια, η ίδια η ταξική κρατική πολιτική εξουσία και η πολιτική της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης!

Αν επιστρέψουμε στα στοιχεία και τους αριθμούς, θα δούμε την καταγραφή ακριβώς αυτής της πλευράς του νομίσματος: την περίοδο που στο Πόρτο Αλέγκρε ο Σ.Π. κατέγραφε υποτιθέμενες «επιτυχίες», στη χώρα συνολικά αυξάνεται η ανισότητα, μειώνονται οι μισθοί, καταργούνται εργατικά δικαιώματα, με μέσο τις ιδιωτικοποιήσεις, την εισβολή του ξένου κεφαλαίου, τις συγχωνεύσεις κ.λπ. αλλάζει χέρια το 30% του ΑΕΠ, ο προϋπολογισμός που φτάνει στην τοπική αυτοδιοίκηση εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλός και να βαίνει μειούμενος. Αλλά και ειδικά στο Πόρτο Αλέγκρε, οι δείκτες απασχόλησης περιορίζονται, αυξάνεται η παιδική εργασία, μειώνεται δραματικά η απασχόληση στον επίσημο οικονομικό τομέα, αυξάνεται η ανεργία και τα ποσοστά της φτώχειας.

Αυτό που δείχνουν οι έρευνες και οι εκθέσεις, είναι ακριβώς αυτό που αναφέρθηκε και παραπάνω: τα όρια τέτοιου είδους θεσμών και η ισχύς των κεντρικών πολιτικών κατευθύνσεων που δεν αλλάζουν και δεν τροποποιούνται από αυτούς.

Πώς, τελικά, ωφελείται το σύστημα

Το γεγονός ότι μεγάλοι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί ξοδεύουν τόνους μελάνι και προτείνουν βελτιώσεις για την ενίσχυση του Σ.Π. ως θεσμό, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και οι εκτενέστατες εκθέσεις της που ήδη αναφέρθηκαν, δείχνει από μόνο του το χαρακτήρα του εγχειρήματος. Οι διαστάσεις που παίρνει, η ένταση με την οποία προωθούνται οι διάφορες σχετικές προτάσεις, το σύνολο των ιδεών που αφορούν την συμμετοχικότητα κάθε είδους δείχνουν ακριβώς τον τρόπο που προσπαθεί το σύστημα και ο ιμπεριαλισμός να σιγοντάρουν την επίθεσή τους. Γιατί, προφανώς, γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα ότι η «συμμετοχή» προσβλέπει σε δήθεν λύσεις μέσα στο πλαίσιο αυτού του εκμεταλλευτικού συστήματος, χωρίς καθόλου να απειλεί και να αμφισβητεί την κυριαρχία του…

Η συμμετοχικότητα που αυτό το σύστημα αναζητεί, είναι η λεγόμενη συνευθύνη και συνενοχή του λαού σε πολιτικές που έχουν προαποφασιστεί.
Είναι κατανόηση απέναντι σε ένα σύστημα που «δεν αντέχει». Κι ένας λαός που έχει γονατίσει από την ανελέητη επίθεση, που έχει ματώσει μεταφορικά και κυριολεκτικά από τα μνημόνια και την πολιτική που επιβάλλουν οι «εταίροι», δεν έχει κανένα λόγο και δεν πρέπει να δείχνει καμιά συμπόνια και καμιά κατανόηση για τους δυνάστες του. Όταν μάλιστα την εποχή των απανωτών «μνημονίων» και των βάρβαρων μέτρων, καλείται να …διαχειριστεί τη φτώχεια του!

Η συμμετοχικότητα σε αυτό το σύστημα δημιουργεί την πλασματική εικόνα της αταξικότητας του κράτους και των «θεσμών», της «αταξικότητας» των κοινωνικών ομάδων. Ότι, λίγο έως πολύ, όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε, έχουμε κοινά συμφέροντα και ίδιες επιδιώξεις. Τι κοινό όμως μπορεί να έχει ο απολυμένος εργαζόμενος με τον εργοδότη που τον απέλυσε, από πότε είναι ίδια η επιδίωξη εκείνου που αφαιμάσσεται από τη μείωση του εισοδήματος, άμεσα και έμμεσα, με εκείνον που ζει και πλουτίζει από την ίδια αυτή μείωση.

Πολύ περισσότερο, αυτό που εκείνοι αποκαλούν «δημοκρατική κουλτούρα», της οποίας η καλλιέργεια ενισχύεται από θεσμούς όπως ο Σ.Π., είναι μια πρώτης τάξης επιχείρηση ιδεολογικής χειραγώγησης. Ο λαός πρέπει να γεμίσει αυταπάτες. Να λοιδορήσει και να πετάξει στα άχρηστα της Ιστορίας το κίνημα, τη μαζική πάλη, την οργανωμένη αντίσταση και τη συλλογική διεκδίκηση. Να «εκπολιτιστεί», να κατεβάσει τους τόνους της αντιπαράθεσης και να «ενεργοποιηθεί» για να πετύχει αυτά που γίνονται, όχι αυτά που δεν γίνονται!

Η όλη ιδέα, βέβαια, δεν είναι καινούρια. Έχει εφαρμοστεί με επιτυχία για το σύστημα σε εργατικά σωματεία και φοιτητικούς συλλόγους, όπου η λεγόμενη συνδιοίκηση αποτέλεσε και αποτελεί ένα από τα βασικά πολιτικά και ιδεολογικά όπλα των κυβερνήσεων, της εργοδοσίας και των αντιδραστικών δυνάμεων για να απομακρύνουν τα κινήματα από το δρόμο της αγωνιστικής διεκδίκησης και να τα υποτάξουν στην κατεύθυνση της συνδιαλλαγής.

Η κατάσταση στη χώρα μας
Η διέξοδος για το λαό βρίσκεται μόνο στους αγώνες του!

Τα τελευταία χρόνια, ο λαός μας δέχεται μια κατακλυσμιαία επίθεση από το σύστημα, ενορχηστρωμένη από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και υλοποιημένη από το σύνολο του επίσημου ντόπιου πολιτικού προσωπικού. Μεγάλη μερίδα του λαού εξαθλιώνεται, οδηγείται στην πολύχρονη ανεργία, βλέπει το εισόδημά του να εκμηδενίζεται, τη σύνταξή του να εξανεμίζεται. Και ταυτόχρονα, μας σηκώνουν το δάχτυλο και επιδεικτικά μας κατηγορούν πως «μαζί τα φάγαμε».

Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, γίνεται φανερό πως χωρίς το ξεκαθάρισμα του μαζικού κινήματος από την επίδραση και τις αντιλήψεις που έχουν καλλιεργήσει και καλλιεργούν ηττοπαθείς και συμβιβαστικές πολιτικές, χωρίς την αγωνιστική ανασυγκρότησή του και τη σύνδεση της πάλης του με έναν πραγματικά αριστερό πολιτικό προσανατολισμό, ο αγώνας κατά της αντιλαϊκής πολιτικής, για την προώθηση των εργατικών και λαϊκών αιτημάτων, παραμένει αδύναμος, ασταθής και αναποτελεσματικός και οι προσδοκίες διαψεύδονται.

Ο λόγος που επιμείναμε στην εξιστόρηση των υπάρχοντων δεδομένων από την εφαρμογή προγραμμάτων Σ.Π. εκτός της χώρας μας είναι για να καταδείξουμε μια πραγματικότητα που είναι αμείλικτη. Την πραγματικότητα ενός βάρβαρου συστήματος που οι πληγές που προκαλεί σε έναν λαό που βρίσκεται στη γωνία δεν κλείνουν με τσιρότα. Γιατί αυτά, όχι μόνο δεν αποτελούν βήμα για να μπορέσει ο λαός να πάρει πίσω αυτά που του ανήκουν και να κερδίσει ακόμη περισσότερα, αλλά, αντίθετα, τον εγκλωβίζουν στη λογική μιας ανύπαρκτης ανακούφισης. Και πολύ περισσότερο, έχουν σκοπό να δημιουργήσουν μία αίσθηση υποταγής στο λεγόμενο «ρεαλισμό» (και συσχετισμό δύναμης!), ότι «αυτό που μπορούμε, το κάναμε» και να σταματήσει εκεί η κουβέντα…

Σε πόσο κινηματικό δρόμο μπορεί να βαδίσει η «αποφασιστική συμμετοχή πολιτών στη διαμόρφωση των επιλογών του Δήμου»; Γιατί πράγματι, ένα κομμάτι των επιλογών του Δήμου αφορά τα διάφορα τεχνικά έργα και τις συντηρήσεις. Αυτά, θα έλεγε κανείς, είναι τα εύκολα. Όσο εύκολη μπορεί να είναι, φυσικά, η περιβαλλοντική διαχείριση και ό,τι αφορά τις υποδομές σε μια πόλη υπερδιογκωμένη, τσιμεντοποιημένη και με τον υπερπληθυσμό να βάζει αντικειμενικά όρια. Τα δύσκολα, είναι όλες εκείνες οι επιλογές που για μια δημοτική διοίκηση δεν είναι και τόσο επιλογές, αλλά επιβεβλημένες πολιτικές κατευθύνσεις από ένα ολόκληρο πλέγμα που περιλαμβάνει την Περιφέρεια, την Αποκεντρωμένη Διοίκηση, τα υπουργεία, την κυβέρνηση, το ίδιο το σύστημα τελικά. Τρανταχτό παράδειγμα γι’ αυτό είναι οι συμβασιούχοι εργαζόμενοι στους Δήμους. Κι αν μια δημοτική Αρχή παραπονιέται ότι έχει τα χέρια της δεμένα απέναντι στην κεντρική διοίκηση και τις μνημονιακές επιταγές, πόσο μπορεί να... λυθούν τα χέρια των κατοίκων όταν η δική τους παρέμβαση αρχίζει και τελειώνει στη διαχείριση της φτώχειας τους; «Αυτό που μπορούμε, το κάναμε» είναι και πάλι η απάντηση. Γιατί για τα «άλλα», τα «μεγάλα», δεν μπορούμε επομένως να κάνουμε τίποτα...

Θεωρούμε ότι οι διάφορες συμμετοχικές και συνδιαχειριστικές λύσεις δεν βαδίζουν σε μονοπάτια προόδου. Καλλιεργούν, ουσιαστικά, την ηττοπάθεια. Κι όσον αφορά την «κουλτούρα» της δημοκρατικής συμμετοχής, θεωρούμε πως αποτελεί την κουλτούρα του συμβιβασμού, που έως και ενοχοποιεί το κίνημα και τους μαζικούς αγώνες, τους χρεώνει στις ιστορικά «παρωχημένες» και «αναποτελεσματικές» τακτικές. Ενώ, ταυτόχρονα, εμφανίζεται μέχρι και ως παραχώρηση από την πλευρά των κυβερνήσεων, ως δικαίωμα που περίπου κατακτήθηκε κιόλας και προάγει την πλατιά πολιτική δράση...

Κυρίως, δεν μας «μπερδεύει» η σημερινή κατάσταση του κινήματος, η υποχώρησή του, το μεγάλο του πισωγύρισμα. Έχουμε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του λαού και της μαζικής του πάλης. Και για να ξαναεκφράσουμε τις αστείρευτες αυτές δυνάμεις μας, πρέπει να αναγνωρίσουμε τον πραγματικό εχθρό, δηλαδή το σύστημα της ντόπιας ολιγαρχίας και των ξένων αφεντικών της με τα απατηλά τερτίπια του.