Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι πρώτα από όλα σας ευχαριστώ
εκ μέρους του Συλλόγου Γ. Κορδάτος για την ευκαιρία που μας δώσατε να
σας ακούσουμε και να μας ακούσετε.
Η σημερινή συγκυρία χαρακτηρίζεται από μεγάλο βαθμό πολυπλοκότητας. Η
πιθανότητα πολεμικής ανάφλεξης στη γειτονιά μας και όχι μόνο φαίνεται
πως πλέον είναι υπαρκτή. Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε λόγοι που ενισχύουν
την παραπάνω άποψη:
α) Η Ελλάδα περικλείεται από μία νοητή αγκύλη (βόρεια τα Βαλκάνια,
ανατολικά η Τουρκία, νότια η β. Αφρική) η οποία συνδέεται με πλήθος
πολεμικών συγκρούσεων στον 20ο και 21ο αιώνα: εισβολή και κατοχή της
Κύπρου, νατοϊκή επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία, «αραβική άνοιξη»,
γενικευμένη σύγκρουση στη Συρία κ.ά. Με άλλα λόγια υπάρχει είναι
σημαντικότατο ιστορικό που από μόνο του έτσι κι αλλιώς δεν είναι
εφησυχαστικό.
β) Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση μπορεί να φαίνεται ότι έχει
αντιμετωπιστεί, αλλά μόνο φαίνεται. Οι πιο διορατικοί συστημικοί
αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Κατά αυτούς η καλή πορεία των
χρηματιστηρίων όχι μόνο δεν επιτρέπει αισιοδοξία, αλλά κρύβει το
επικείμενο σκάσιμο μιας νέας φούσκας που αυτή τη φορά μπορεί να
προκαλέσει μεγαλύτερο πάταγο από το 2008.
γ) Η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας κι εν γένει της Ευρώπης είναι μία
κατάσταση που συνεχώς προκαλεί τριβές. Οι σχεδιασμοί για δημιουργία
αγωγών διαρκώς ακυρώνονται ή αναθεωρούνται. Πρόκειται για μία κατάσταση
που δεν μπορεί να χρονίσει και όταν γίνει οριακή θα πρέπει να λυθεί με
τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ταυτόχρονα ο εντοπισμός ενεργειακών
κοιτασμάτων στο Αιγαίο περιπλέκει ιδιαίτερη την κατάσταση.
δ) Σε συνάρτηση όχι μόνο με τις ενεργειακές πηγές αλλά και την κατάκτηση
νέων αγορών, την αντιμετώπιση της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους
και την αέναη επιδίωξη για μεγιστοποίηση του κέρδους, μπορεί κάποιος να
καταλήξει στο συμπέρασμα ότι βρισκόμαστε σε μία φάση όξυνσης των
ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Η τελευταία κίνηση του Τραμπ να θέσει
δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο, είναι μόνο ένα επεισόδιο στο έργο του
διαγκωνισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
ε) Ειδικά για την Τουρκία τείνει να δημιουργηθεί μία κατάσταση με βάση
την οποία η γειτονική χώρα έχει στη συμπεριφορά της ιμπεριαλιστικά
χαρακτηριστικά (αυτό δεν συνεπάγεται ότι είναι ιμπεριαλιστική χώρα).
Αυτά εδράζονται στη σαφή ενδυνάμωση της τουρκικής οικονομίας, στο ότι η
Τουρκία αποτελεί την όγδοη δύναμη στον κόσμο στρατιωτικά, στο ότι το
τμήμα της τουρκικής αστικής τάξης που εκπροσωπείται από την κυβέρνηση
Ερντογάν «καθάρισε» το τοπίο από τα υπόλοιπα τμήματα της τουρκικής
αστικής τάξης, στο ότι έχει πραγματοποιήσει στρατιωτική εισβολή στη
Συρία και στο ότι αμφισβητεί με θράσος τα κυριαρχικά δικαιώματα της
Ελλάδας. Η μετατροπή των γκρίζων ζωνών σε τουρκική επικράτεια από την
πλευρά της Τουρκίας, ο εμβολισμός του ελληνικού πλοίου, οι πάγιες
παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, η απειλή πολέμου σε περίπτωση
της επέκτασης των 12 μιλίων, η πολιτική παρέμβαση στη μουσουλμανική
μειονότητα της Θράκης, η ομολογία των ίδιων των Τούρκων για εμπλοκή τους
στις μεγάλες πυρκαγιές στην Ελλάδα, η δέσμευση με NAVTEX της θαλάσσιας
περιοχής στην οποία υπάρχει το Καστελόριζο, το μπλοκάρισμα της
ελληνοαλβανικής συμφωνίας για οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών κ.ά.
υπογραμμίζουν εμφατικά την επιθετικότητα του τουρκικού κεφαλαίου.
Επιθετικότητα που έχει από πίσω της την αύξηση του ΑΕΠ, το σχεδιασμό για
δημιουργία εργοστασίου πυρηνικής ενέργειας μετά το 2020 και την
ανάπτυξη στρατιωτικής βιομηχανίας που θα εξασφαλίζει επάρκεια στις
ένοπλες δυνάμεις, το τεράστιο άλμα της αυτοκινητοβιομηχανίας κι εν γένει
του δευτερογενούς τομέα, τη διατροφική αυτάρκεια.
Όλα τα παραπάνω φέρνουν στην πρώτη γραμμή της λαϊκής πάλης την ανάπτυξη
ενός αντιπολεμικού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Ενός κινήματος που θα
αποκαλύπτει τον ρόλο του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, των ΗΠΑ αλλά βεβαίως και την
υποταγή της ελληνικής κυβέρνησης στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.
Σε αυτό το σημείο απαιτείται μία κρίσιμη διευκρίνιση. Η θέση των
κομμουνιστικών δυνάμεων δεν μπορεί να είναι διφορούμενη ή στη χειρότερη
περίπτωση να τοποθετείται δήθεν διεθνιστικά ξεχνώντας την υπάρχουσα
πραγματικότητα και τα γεγονότα (που είναι πεισματάρικα). Οι τοποθετήσεις
που δεν βλέπουν την τουρκική επιθετικότητα, αλλά γενικά και αόριστα
διαμάχη της ελληνικής και τουρκικής αστικής τάξης, δεν μας βρίσκει
σύμφωνους. Για την ακρίβεια και για να είμαστε ειλικρινείς, είναι θέση
ανασχετική για την ανάπτυξη του λαϊκού κινήματος. Η δράση της ελληνικής
αστικής τάξης έχει πολύ σαφή όρια που καθορίζονται α) από τη θέση της
στο διεθνή καπιταλιστικό καταμερισμό, β) από το πώς έχει συγκροτηθεί
ιστορικά, γ) από την υποβάθμισή της κατόπιν της εκδήλωσης της κρίσης, δ)
από την οικονομική και στρατιωτική ισχύ της, ε) από τη γενικότερη στάση
της σε σωρεία ζητημάτων. Η ελληνική αστική τάξη ακόμη και στην
εκστρατεία του 1922 έδρασε ως ενεργούμενο των Άγγλων, ενώ σήμερα δέχτηκε
αναγκαστικά τη διείσδυση του ΔΝΤ και τη συνεχή επιτροπεία που μπορεί να
έσωσε ένα τμήμα της το οποίο μάλιστα αύξησε τον πλούτο του, αλλά σήμανε
την παραπέρα υποβάθμιση της σχετικής αυτοτέλειάς της απέναντι στον
ιμπεριαλισμό. Ας θυμηθούμε πως στο πρώτο επεισόδιο των Ιμίων το 1996, «η
σημαία παρασύρθηκε από τον άνεμο», κατά τον Πάγκαλο, ενώ ο Σημίτης
ευχαρίστησε σε ένα κρεσέντο υποτέλειας τους Αμερικανούς. Ας λάβουμε
επίσης υπόψη μας πως η ελληνική αστική τάξη κλείνει το μάτι σε
συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων του Αιγαίου κάτω από το άγρυπνο
αμερικανικό μάτι, για να μην θυμηθούμε επιπλέον την παράδοση της μισής
Κύπρου επί Χούντας. Ας μην ξεχνάμε πως οι ελληνικές αστικές κυβερνήσεις
αγοράζουν νατοϊκό εξοπλισμό, σε μεγάλο βαθμό ακατάλληλο για τις
αμυντικές ανάγκες της χώρας. Ακόμη και αυτή η δημιουργία του άξονα
Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ-Αιγύπτου γίνεται υπό την αιγίδα των
ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Αντίθετα η τουρκική αστική τάξη δείχνει να
αυτονομείται εδώ και χρόνια από τον αμερικανικό παράγοντα και να
αναδεικνύεται στον πιο ισχυρό παίκτη της περιοχής. Η τουρκική αστική
τάξη δεν απειλεί, αλλά πραγματοποιεί τις απειλές της. Δεν διστάζει να
ανοίξει πολλά μέτωπα (Ελλάδα, Κούρδοι, Συρία, ΗΠΑ, Ισραήλ, Κύπρος).
Δεν μπορεί να υπάρχει, λοιπόν, σήμερα μία αριστερά που να ντρέπεται να
μιλήσει για τουρκική επιθετικότητα ή να απεμπολεί μετά βδελυγμίας την
έννοια του πατριωτισμού. Δεν μπορεί το ΚΚΕ στα ντοκουμέντα του
τελευταίου συνεδρίου του να έχει εξαλείψει τη λέξη «αντιιμπεριαλισμός».
Δεν μπορεί μέρος της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς να επιμένει ότι ο
ελληνικός καπιταλισμός είναι ιμπεριαλιστικός και μάλιστα λόγω της
ιμπεριαλιστικής του φύσης, δημιουργείται η τουρκική πρακτική. Δεν μπορεί
να μην μιλάει για υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Αν η
αριστερά αφήσει το πεδίο δράσης που σχετίζεται με τον πατριωτισμό και
τον αντιιμπεριαλισμό στην ακροδεξιά, θα έχει διαπράξει «έγκλημα
καθοσιώσεως».
Προς άρση παρεξηγήσεων. Όλες αυτές οι διαπιστώσεις δεν σημαίνουν κάποια
λανθάνουσα ή και συνειδητή θέση με βάση την οποία πρέπει να καλέσουμε σε
συμμαχία την ελληνική αστική τάξη. Η ελληνική αστική είναι εθελόδουλη
και συμμετέχει στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς βάζοντας σε κίνδυνο
τον ελληνικό λαό. Επιδίωξή της είναι να πάρει ένα μέρος της λείας, αλλά
θα πρόκειται για ένα μικρό κομμάτι των λαφύρων και με μεγάλο τίμημα για
τα λαϊκά στρώματα. Επομένως ένα αντιπολεμικό-αντιιμπεριαλιστικό κίνημα
οφείλει α) να αναδεικνύει τον ρόλο των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, β)
ομοίως τους σχεδιασμούς της ελληνικής αστικής τάξης και της σημερινής
κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που έχει αποδεχθεί πλήρως το νατοϊκό πλαίσιο, γ)
να μιλάει για την τουρκική επιθετικότητα με ταυτόχρονα κάθετο διαχωρισμό
της τουρκικής αστικής τάξης από τον τουρκικό λαό, απορρίπτοντας με
καθαρότητα τον εθνικισμό.
Σήμερα τίθεται επιτακτικά ένα ερώτημα: αν η Τουρκία αποφασίσει να
προκαλέσει πόλεμο με την Ελλάδα, ποια θα είναι η θέση της αριστεράς; Θα
καταγγέλλει τις δύο αστικές τάξεις με επιδίωξη την πρόκληση εμφυλίου,
κάνοντας μία μηχανιστική αντιγραφή της θέσης των επαναστατικών δυνάμεων
στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο που ασφαλώς τότε ήταν σωστή; Θα μιμηθεί τον
ελληνικό τροτσκισμό του 1940 που καλούσε «σε συναδέλφωση με τα ταξικά
μας αδέλφια τους Γερμανούς», θέση που τους καταδίκασε σε ιστορική
αφάνεια;
Τα ερωτήματα είναι συγκεκριμένα και απαιτούν συγκεκριμένες απαντήσεις.
Το τσακισμένο λαϊκό κίνημα που πλέον βρίσκεται σε μακροχρόνια και
ανησυχητική ύφεση, δεν μπορεί να αναστηθεί με στερεότυπα και δογματικές
τοποθετήσεις. Η οικοδόμηση και η ανάπτυξη ενός αντιπολεμικού
αντιιμπεριαλιστικού κινήματος πρέπει να είναι πλατιά. Πρόκειται για όρο
επανεκκίνησης των λαϊκών αγώνων. Με στραμμένο το βλέμμα μας σε αυτή την
ανάγκη και στο μέτρο που μας αναλογεί, θα εργαστούμε προς αυτή την
κατεύθυνση.
Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι καλή συνέχεια στις εργασίες
της σημερινής σας Συνδιάσκεψης και καλή αντάμωση στους δρόμους του
αγώνα.